A B C D E F G H I J K L M N O Ò P Q R S T U V W X Y Z Α Ά Β Γ Δ Ε Έ Ζ η Ή Θ Ι Ί Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Ό Π Ρ Σ Τ Υ Ύ Φ Χ Ψ Ω Ώ
Chur - ρίξει περιττή ταλαιπωρία;
του - οφείλεται σε σφάλμα χάσει
Shun κάποιος σε ένα όνειρο - σε κακή εκδήλωση